Οι πεθαμένοι κλαίνε στον ύπνο τους. Βλέπουν παλιούς φίλους. Αγγίζουν με ξερές παλάμες
τα πρόσωπα. Και πως μιλούν μαζί τους για στερνή φορά. Και πως εκφράζουν τη σκέψη με
δάκρυ τους. Η μόνη διέξοδος καθώς είναι. Κι έπειτα. Θα σηκωθούν. Ιδρωμένοι και θα
πάνε. Για της ημέρας τον κάματο και της ψυχής. Ακούω σε που τα λες και νοιώθω. Νεαρός
κατέληξες. Με σεπτές αποφάσεις. Για τη ζωή, το θάνατο και τα υπόλοιπα. Τα τόσα
επιθυμητά υπόλοιπα. Κλαίω σε. Όπως το κάμουν οι φίλοι. Αυτοί που βλέπεις τα βράδια
στον ύπνο σου.